(Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Νεάπολης "ΝΕΑΠΟΛΙΤΙΚΟ ΒΗΜΑ" τον Ιούνιο 2008)
Στη Δ. Μακεδονία, από τη δεκαετία του 1950 έως σήμερα, κατασκευάσθηκαν και λειτουργούν 5 θερμοηλεκτρικά εργοστάσια, αξιοποιώντας τα μεγάλα κοιτάσματα λιγνίτη με τα οποία η φύση προίκισε την περιοχή. Δημιουργήθηκε ένα μεγάλο λιγνιτικό κέντρο για την εξόρυξη του λιγνίτη, το μεγαλύτερο της χώρας. Επίσης κατασκευάσθηκε και λειτουργεί ένα υδροηλεκτρικό εργοστάσιο, αξιοποιώντας τα πλούσια νερά του ποταμού Αλιάκμονα, μαζί με τη μεγάλη τεχνητή λίμνη που απαιτείται, ενώ ετοιμάζεται ένα δεύτερο. Φορέας διαχείρισης όλων αυτών είναι η ΔΕΗ. Μια δημόσια επιχείρηση πρότυπο, με κέρδη, επενδύσεις και διακριτό κοινωνικό ρόλο.
Ο τόπος, από τη Φλώρινα έως την Κοζάνη, μετατράπηκε από αγροτικός σε βιομηχανικό. Ένα μέρος των κατοίκων εξελίχθηκε σε βιομηχανικούς εργάτες. Στην περιοχή δημιουργήθηκαν πρόσθετες θέσεις εργασίας, οι οποίες έδωσαν εισόδημα. Η οικονομική ανάπτυξη που προκλήθηκε στην περιοχή, έφερε σε αυτήν πλούτο και ευημερία, προσέδωσε αίγλη και φήμη. Για την κάλυψη των αυξημένων, αλλά και ειδικών αναγκών, σε εργατικό δυναμικό, προσέτρεξαν εδώ άνθρωποι από άλλες περιοχές της χώρας, ακόμη και από ξένες χώρες, για να κατασκευάσουν και να λειτουργήσουν τις μονάδες. Όσοι από αυτούς παρέμειναν, μπολιάστηκαν με τους ντόπιους και έκαναν ένα καινούργιο κράμα κοινωνίας, περισσότερο δημιουργικό και προοδευτικό.
Η περιοχή ωστόσο, γνώρισε και γνωρίζει την αρνητική πλευρά της εκβιομηχάνισής της, αυτή της περιβαλλοντικής και κοινωνικής υποβάθμισης. Η περιβαλλοντική υποβάθμιση συνίσταται: Στους αέριους ρύπους, κυρίως την ιπτάμενη τέφρα που διαφεύγει στην ατμόσφαιρα από τις καμινάδες των εργοστασίων. Στην αλλοίωση της μορφολογίας του εδάφους, στη διατάραξη της ισορροπίας των επιφανειακών και υπογείων υδάτων και στη διατάραξη γενικά, της χλωρίδας και της πανίδας, εκεί όπου διανοίχτηκαν τα ορυχεία. Στην κοινωνική αναστάτωση, από τη μετακίνηση οικισμών και δικτύων, λόγω της δέσμευσης τεραστίων εκτάσεων γης για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Η ΔΕΗ, αναγνωρίζοντας τις αρνητικές επιπτώσεις που απορρέουν από τη λειτουργία της στην περιοχή, αλλά και λόγω των πιέσεων που όλο και περισσότερο υφίσταται από τους κατοίκους, λαμβάνει μέτρα μείωσης των επιπτώσεων και μέτρα πρόσθετων κοινωνικών παροχών. Μερικά από αυτά είναι: Η κατασκευή και λειτουργία ηλεκτροστατικών φίλτρων για την κατακράτηση της ιπτάμενης τέφρας – αντικαθιστά μάλιστα τα παλαιότερα, με άλλα νέας τεχνολογίας, στο μέσον της ζωής των μονάδων, για καλύτερα αποτελέσματα. Η κατασκευή και λειτουργία συστημάτων κατεργασίας των υγρών αποβλήτων. Η αντικατάσταση ρυπογόνων ουσιών από άλλες, καθώς και η κατάργηση επικίνδυνων χημικών υλικών. Οι τακτικές συντηρήσεις και οι συνεχείς βελτιώσεις των συστημάτων παραγωγής. Η χρήση νέων τεχνολογιών στις μετρήσεις των ρύπων. Η βοήθεια σε ειδικευμένο προσωπικό και σε σύγχρονα μηχανήματα προς τις τοπικές κοινωνίας για την κάλυψη διαφόρων αναγκών. Η δωρεάν παροχή νερού για την άρδευση, των παρακείμενων στα εργοστάσια, αγροτικών εκτάσεων. Η παροχή θερμικής ενέργειας για τη θέρμανση των κτιρίων στις πόλεις Κοζάνη, Πτολεμαΐδα και Αμύνταιο, σε αντικατάσταση των χιλιάδων ρυπογόνων καυστήρων θέρμανσης. Η απόδοση τα τελευταία χρόνια, του αντισταθμιστικού οφέλους της περιοχής από την εκμετάλλευση του λιγνίτη, γνωστό ως τοπικός πόρος, στους φορείς της περιοχής για την κατασκευή έργων προστασίας του περιβάλλοντος και την άσκηση εναλλακτικών μορφών ανάπτυξης.
Η περιοχή από τη μεριά της, σε ό,τι αφορά τις εναλλακτικές μορφές οικονομικής ανάπτυξης, είναι αλήθεια πως δεν προχώρησε – περιορίσθηκε στις όποιες απολαβές από τη ΔΕΗ. Οι κάτοικοί της, στον επαγγελματικό τους προσανατολισμό, είχαν πάντα στραμμένο το βλέμμα προς τη μεγάλη δημόσια επιχείρηση, αντί της λιγότερο ασφαλούς επαγγελματικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα υστέρησης της περιοχής στον βιοτεχνικό τομέα και ολιγωρίας των φορέων, είναι η μη ολοκλήρωση της Βιοτεχνικής Περιοχής Κοζάνης, 10 και πλέον χρόνια από την έναρξη της κατασκευής της. Στην περιοχή δεν αναπτύχθηκαν δορυφορικές προς τις δραστηριότητες της ΔΕΗ επιχειρήσεις, για την προμήθεια υλικών που χρησιμοποιεί η ΔΕΗ, ή αξιοποίησης παραπροϊόντων της ΔΕΗ, όπως η τέφρα για την παραγωγή τσιμέντου. Δεν αναπτύχθηκαν θερμοκήπια θερμαινόμενα από την θερμική ενέργεια των εργοστασίων. Δεν αξιοποιήθηκε η μεγάλη λίμνη του Πολυφύτου για την ανάπτυξη του τουρισμού. Δεν αναπτύχθηκε ο βιομηχανικός τουρισμός, ως μία σπάνια δυνατότητα οικονομικής ανάπτυξης για τα ελληνικά δεδομένα – η Κοζάνη δε διαθέτει ένα βιομηχανικό μουσείο (θεματικό ενέργειας). Σχέδια και προτάσεις που υποβλήθηκαν σε ημερίδες και συνέδρια παρέμειναν δυστυχώς στα χαρτιά.
Το μέλλον της περιοχής προμηνύεται δυσοίωνο. Τα οφέλη από τη δραστηριότητα της ΔΕΗ βαίνουν συνεχώς μειούμενα. Όχι μόνο γιατί τα αποθέματα λιγνίτη εξαντλούνται, αλλά και γιατί η εταιρία προχωρά στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ήπιες και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά και από καύσιμες ύλες λιγότερο ρυπογόνες, όπως το φυσικό αέριο και ο λιθάνθρακας. Επίσης η ΔΕΗ υφίσταται περιορισμό στο νέο απελευθερωμένο περιβάλλον ενέργειας, από άλλες εταιρίες ιδιωτικές, εγκατεστημένες πλησίον των περιοχών μεγάλης κατανάλωσης, αφού αυτές δεν χρησιμοποιούν τον λιγνίτη ως καύσιμη ύλη. Όταν οι καμινάδες των εργοστασίων σβήσουν στην περιοχή, αυτή θα περάσει αναμφισβήτητα, σε κατάσταση οικονομικής και κοινωνικής παρακμής. Επιτακτικά επομένως, προβάλει η ανάγκη προετοιμασίας εισόδου της περιοχής στη μεταλιγνιτική περίοδο. Η αναζήτηση εναλλακτικών μορφών ανάπτυξης καθίσταται πλέον, ως άκρως απαραίτητη.
Πέμπτη 19 Ιουνίου 2008
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)