Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2009

Η εργασία μου στο βενζινάδικο του θείου Αλέκου

(Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Νεάπολης "ΝΕΑΠΟΛΙΤΙΚΟ ΒΗΜΑ" Ιανουάριο 2009)

Ήταν καλοκαίρι του 1971, όταν ο πατέρας μου με ρώτησε, αν θέλω στον ελεύθερο χρόνο μου, να βοηθώ τον θείο Αλέκο στο βενζινάδικό του, έναντι φυσικά μιας κάποιας αμοιβής. Το σχολείο ήταν κλειστό, αγροτική οικογένεια δεν είμαστε, η δουλειά του πατέρα μου δεν επιδέχονταν βοήθεια από εμένα, το ωράριο θα ήταν ελαστικό, σκέφτηκα, γιατί να μην αποδεχτώ την πρόταση; Την άλλη μέρα το πρωί λοιπόν, όχι νωρίτερα από όταν πήγαινα στο σχολείο και μετά από ένα πλούσιο γεύμα που μου ετοίμασε η μητέρα μου, κατηφόρισα προς το μαγαζί του θείου. Εκείνος με καλοδέχτηκε και αμέσως άρχισε να μου λέει κάποια πράγματα για τη δουλειά. Ο θείος Αλέκος ήταν πρωτοξάδελφος της γιαγιάς μου, της μητέρας του πατέρα μου, αν θυμάμαι καλά. Επαγγελματικά ήταν πετυχημένος και είχε πολλά λεφτά. Η επιτυχία του έλεγαν, πως οφείλεται στην ικανότητα του να προβλέπει τις νέες τάσεις της αγοράς και στην καλή διαχείριση των οικονομικών.

Η κύρια δραστηριότητα ασκούνταν στο πεζοδρόμιο, έξω από τον στεγασμένο χώρο της επιχείρησης. Τρεις αντλίες στη σειρά, χρησίμευαν για την τροφοδοσία των οχημάτων σε καύσιμα, από μεγάλες δεξαμενές, που ήταν βυθισμένες κάτω από τον δρόμο. Η πρώτη αντλία ήταν για το πετρέλαιο. Με αυτό κινούνταν τα φορτηγά, τα τρακτέρ και τα ταξί. Η δεύτερη και η τρίτη ήταν για την απλή και την σούπερ βενζίνη. Με τις βενζίνες κινούνταν τα μικρά αυτοκίνητα, τα γιώτα – χι, όπως ονομάζονται. Παραδίπλα, μια χειροκίνητη αντλία με ενσωματωμένη μικρή δεξαμενή, περιείχε βενζίνη με λάδι και ήταν για τα δίκυκλα οχήματα, για τις μηχανές άντλησης νερού και τα ξυλοκοπτικά μηχανάκια. Μια συσκευή παροχής αέρα, από αεροσυμπιεστή που βρισκόταν στο εσωτερικό του μαγαζιού, για τις ρόδες των αυτοκινήτων, συμπλήρωνε τον εξωτερικό εξοπλισμό. Η εκπαίδευση κράτησε δύο – τρεις ημέρες και μετά ήμουν έτοιμος να αναλάβω εργασία.

Ποια ήταν η εργασία ή το αντικείμενο καλύτερα, κατά τη γλώσσα των ειδικών; Μόλις έβλεπα το αυτοκίνητο να σταθμεύει μπροστά από τις αντλίες, έτρεχα έξω από το μαγαζί, ρωτούσα τον οδηγό για το είδος του καυσίμου και την ποσότητα που θα έβαζα, άνοιγα την τάπα του ρεζερβουάρ, ξεκινούσα την αντλία, τοποθετούσα την μάνικα και αυτό ήταν όλο. Μετά πληρωνόμουνα, έκανα αντίστροφα τη διαδικασία και έβαζα τα χρήματα στο συρτάρι. Αφού ο πελάτης έφευγε, έγραφα στο βιβλίο πελατών τον αύξοντα αριθμό της συγκεκριμένης πώλησης, το όνομα του πελάτη αν ήταν γνωστός, τη λέξη ¨διερχόμενον¨ αν ήταν άγνωστος, τα λίτρα, το ποσό σε δραχμές και στην τελευταία στήλη τη λέξη ¨εξοφλήθη¨, ή άφηνα κενό αν ο πελάτης δεν πλήρωνε. Οι αυτοκινητιστές, ως επί το πλείστον, πλήρωναν στο τέλος της εβδομάδας ή του μήνα, ανάλογα την συμφωνία που έκαναν με τον θείο Αλέκο. Φυσικά ήταν και οι κακοπληρωτές που πλήρωναν στη χάση και τη φέξη, ή και καμιά φορά. Η δουλειά δεν παρουσίαζε ιδιαίτερη δυσκολία, εκτός από τότε, όταν δεν μπορούσα να ανοίξω την τάπα του ρεζερβουάρ των φορτηγών αυτοκινήτων και των τρακτέρ, λόγω του ότι αυτή γλιστρούσε από το χυμένο πετρέλαιο ανακατεμένο με τη σκόνη. Η κίνηση του βενζινάδικου ήταν μεγάλη. Μπορεί τα αυτοκίνητα να ήταν τότε πολύ λιγότερα από τα σημερινά, ήταν όμως λίγα και τα βενζινάδικα. Τέσσερα είχε η Νεάπολη και καμιά δεκαριά ολόκληρη η Επαρχία Βοΐου.

Ο θείος Αλέκος δεν αρκούνταν στα έσοδα από την πώληση των καυσίμων. Στο εσωτερικό του μαγαζιού βρισκόταν ό,τι άλλο χρειάζεται ένα αυτοκίνητο και όχι μόνο. Στον έναν χώρο, εκτός του γραφείου, μιας ντουλάπας με βιβλία και τέσσερις πέντε καρέκλες, βρίσκονταν αντλίες νερού για το πότισμα των τριφυλλιών. Η περιοχή ήταν και είναι αγροτική. Ο κάμπος της Νεάπολης προσφερόταν για ποτιστικές καλλιέργειες και ο θείος δεν έχασε την ευκαιρία. Εμπορεύονταν αυτά τα μηχανήματα, αυξάνοντας τον τζίρο και τα κέρδη της επιχείρησης. Πιο πίσω πλήθος ελαστικών κάλυπτε τις ανάγκες των αυτοκινήτων. Ελαστικά όλων των κατηγοριών και όλων των μεγεθών, για τα γιώτα – χι, τα φορτηγά και τα τρακτέρ. Τον καιρό εκείνο δεν υπήρχαν τα σημερινά βουλκανιζατέρ. Η διακίνηση των ελαστικών γινόταν αποκλειστικά μέσω των βενζινάδικων. Το πέρασμά τους και η επισκευή τους γίνονταν από τους ίδιους τους ιδιοκτήτες των αυτοκινήτων. Στον άλλο χώρο, που επικοινωνούσε με τον προηγούμενο μέσω μιας πόρτας, βρίσκονταν ανταλλακτικά για τα σέρβις των αυτοκινήτων. Τι να πρωτοαναφέρει κανείς; Λάδια χύμα σε μεγάλα βαρέλια ή συσκευασμένα, διαφόρων κατηγοριών πυκνότητας και ποσότητας, συσκευασίας. Φίλτρα λαδιού, φίλτρα βενζίνης και πετρελαίου, ιμάντες, κολάρα, μπουζί, βίδες και παξιμάδια διαφόρων μεγεθών, ανταλλακτικά επισκευής φούιτ των ελαστικών. Πέρα από την πώληση των προϊόντων δεν ήταν λίγες οι φορές που πραγματοποιούνταν και κάποιες επισκευές, ιδίως των φούιτ των ελαστικών. Όλα αυτά συγκροτούσαν μια σοβαρή επαγγελματική δραστηριότητα και έκαναν την φίρμα γνωστή σε όλη την περιοχή. Ήμουν τυχερός πραγματικά που απασχολιόμουνα εκεί, έστω και με τον τρόπο της μερικής απασχόλησης.

Στο μαγαζί καθημερινά ερχόταν πολύς κόσμος. Εκτός από τους διερχόμενους πελάτες που καθυστερούσαν λίγο για να ανταλλάξουν σκέψεις με το αφεντικό, άλλοι πελάτες εκτός συγκεκριμένης δουλειάς, κάθονταν για ώρα στο μαγαζί, κουβεντιάζοντας με τον θείο Αλέκο, για παντός είδους θέματα. Για το εμπόριο, τα επαγγέλματα, την πολιτική κατάσταση, ακόμη και για οικογενειακά θέματα με τους συγγενείς και φίλους. Ο θείος Αλέκος τους συμβούλευε, τους ενημέρωνε, τους νουθετούσε, τους παρότρυνε και κάποιους φυσικά τους μάλωνε. Εγώ όντας μικρός, άκουγα και δεν μιλούσα. ¨Αγόραζα¨ και δεν ¨πουλούσα¨, κατά την γνωστή λαϊκή ρήση. Οι κουβέντες πολλές φορές συνοδεύονταν με ούζα, καφέδες και αναψυκτικά, που ο θείος παράγγελνε και κερνούσε από το παραδιπλανό καφενείο, αυτό του μπάρμπα – Βασίλη. Δικό μου αγαπημένο κέρασμα ήταν το ¨υποβρύχιο¨, βανίλια στο νερό και η βυσσινάδα. Κατά τα άλλα, ο θείος Αλέκος ως χαρακτήρας ήταν γενικά χαμηλών τόνων, μετριοπαθής και συντηρητικός, αλλά αποφασιστικός. Δεν κάπνιζε, δεν έπινε, είχε ωστόσο κάποια κινητικά προβλήματα, γεγονός που με ανάγκαζε να κινούμαι περισσότερο.

Στο βενζινάδικο δούλευα κυρίως τα πρωινά. Τα απογεύματα πήγαινα μόνο όταν είχε πολύ δουλειά. Δούλευα ευχάριστα, αν και κάποιες φορές ήθελα να είμαι στην αλάνα της γειτονιάς και να παίζω. Μια φορά θυμάμαι, πρωί κατά τις έντεκα, ένα φορτηγάκι διαφήμιζε με το μεγάφωνο πως ¨το μεγαλύτερο τσίρκο της Γαλλίας βρίσκεται στην πόλη σας και το βράδυ θα δώσει παράσταση¨. Με το άκουσμα της είδησης όλα τα παιδιά έτρεξαν εκεί, όπως δεν είχαν σχολείο, για να παρακολουθήσουν την προετοιμασία και να δουν τα άγρια ζώα από κοντά. Εγώ βλέποντας τους φίλους μου να πηγαίνουν και μη μπορώντας να πάω, ζήλεψα, έως και στεναχωρήθηκα. Αφού το σκέφτηκα και το ξανασκέφτηκα, πήρα την μεγάλη απόφαση. Χωρίς να ενημερώσω τον θείο Αλέκο, την κοπάνησα για το γήπεδο – χώρο εγκατάστασης του τσίρκου – κάνοντάς τον να ανησυχήσει. Όλη μέρα, όπως και τα άλλα παιδιά, την βγάλαμε εκεί, μέχρι το βράδυ στην παράσταση. Την άλλη μέρα δεν είχα μούτρα να αντικρίσω το αφεντικό. Ευτυχώς ήμουνα 11 χρονών και εκείνος δεν με μάλωσε.

Στο βενζινάδικο, εκτός από εκείνο το καλοκαίρι, εργάσθηκα και τα επόμενα πέντε – έξι καλοκαίρια. Τους χειμώνες, κάποιες Κυριακές, όταν ο θείος Αλέκος μου το ζητούσε γιατί είχε πολύ δουλειά, πήγαινα και βοηθούσα την κατάσταση. Ένα καλοκαίρι, όταν ο θείος πήγε στην Αμερική για να κάνει εγχείρηση στο πόδι του και τα δύο του παιδιά απουσίαζαν – ο Σάκης σπούδαζε στην Ιταλία φαρμακοποιός και ο Τάσος υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία – κράτησα το μαγαζί εγώ με την θεία Ανδρομάχη. Για μένα η απασχόληση αυτή αποτέλεσε μια σημαντική εμπειρία. Έμαθα πολλά πράγματα από τη ζωή. Ψήθηκα, όπως έλεγε ο πατέρας μου. Εκτός από την εμπειρία που απέκτησα, εδώ που τα λέμε, συγκέντρωσα και κάποια χρήματα, τα οποία ο Θείος Αλέκος κατέθετε περιοδικά σε βιβλιάριο της Εμπορικής Τράπεζας, που είχε ανοίξει στο όνομά μου. Όσα και να μην ήταν τα χρήματα, ήταν αρκετά, ώστε να καλύψω αργότερα, το κόστος της στρατιωτικής μου θητείας. Στον θείο Αλέκο έτρεφα απεριόριστη εκτίμηση και εκείνος με αγαπούσε. Όταν μεγάλωσα είχαμε τακτική επικοινωνία, έως πέρσι, που εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο, ευτυχώς πλήρης ημερών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου